`Ερωτα μυροφόρε,
θεόπλαστο όνειρο,φως που γλυκαίνει την άβυσσο,
λάμψη που χωρίζει
το σκοτάδι από την αλήθεια.
Στο αντάμωμά σου
το λογικό τρομάζει,
το λάθος πεθαίνει,
η πλάνη μέσα στην άβυσσο
σταματά.
Αιώνια στιγμή που η ψυχή
συγκρούεται με το φάντασμα,
γκρεμίζει τη φυλακή της,
ξεσκεπάζει το ψέμα,
γελοιοποιεί την ανάγκη.
Ψυχή και θείο ταυτίζονται,
παίρνουν μια μορφή,
τη δική σου.
Με φόβο σ`αναζητώ,
με λαχτάρα σε περιμένω.
ςονάΠ.